ΑΕΙΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΜΕΣΑΙΟΥ ΜΕΓΕΘΟΥΣ ΠΟΛΕΙΣ
(Υπό διαμόρφωση)
Η εργασία αυτή είναι μιά συνοπτική παρουσίαση της νέας τάσης και προγραμμάτων για τις αειφόρες πόλεις και την αειφορία και συγκεκριμμένα προτάσεις για την δική μας πόλη, μιά τυπική μεσαίου μεγέθους πόλη.
Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, «πόλη είναι κτισμένη πολιτική”.
Σύμφωνα με την J. Jacobs πόλη είναι ο οικισμός που σταθερά δημιουργεί οικονομική ανάπτυξη βασισμένη στην ίδια τοπική οικονομία.
Υπαρχουν πολλοί ορισμοί της έννοιας “πόλη” και είναι πολλοί οι φιλόσοφοι και συγγραφείς που συμφωνούν ότι οι πόλεις είrvαι ύψιστοι τόποι κοrνωνικότητας, ανππαράθεσης, διαλεκτικής και συγκίνησης.
ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΚΑΙ ΤΑ ΔΕΔΟΜΕΝΑ
Η Ευρωπαϊκή πόλη μοιάζει να έχει ξαναανακαλυφθεί τη δεκαετία του 1990.
Σύμφωνα με το Πράσινο Βιβλίο για το Αστικό Περιβάλλον και την Πρώτη Εκθεση για τις αειφόρες πόλεις της Ευρωπαίκής Επιτροπής, καθώς προχωρούμε προς τον 21ο αιώνα, οι πόλεις θα συνεχίσουν να είναι οι κύριοι πόλοι έλξεως και αναπτύξεως οικονομικής δραστηριότητας, καινοτομίας και πολιτισμού.
Ερευνητικά προγράμματα και συνδιασκέψεις εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στην ευρωπαϊκή πόλη και τις προοπτικές της. Το ευρωπαϊκο αστικό τοπίο βρίσκεται ενώπιον νέων ευκαιριών και απειλών.
Όσο κι αν μας ξενίζει, καμία από τις 20 πληθυσμιακά μεγαλύτερες μητροπόλεις του κόσμου δεν θα βρίσκεται στην Ευρώπη το έτος 2000.
Οι νέοι φυσικοί άξονες πρόκειται να επηρεάσουν σημαντικά τη διάρθρωση του αστικού δικτύου.
Οι πόλεις έχουν να αντιμετωπίσουν σημαντικές προκλήσεις σε ο,τι αφορά την ποιοτητα του περιβαλλοντός τους. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των πόλεων αυξάνει και μία εναλλακτική πρόταση είναι η ενδυνάμωση των συμπληρωματικών προσπαθειών και η εγκαθίδρυση δικτύων συνεργασίας.
Μια ανησυχητική τάση για το μέλλον των πόλεων αποτελούν τα φαινομενα του κοινωνικού αποκλεισμού. Τέτοια φαινόμενα ενδέχεται να επιταθούν υπό την πίεση νέων μεταναστευτικών εισροών στις πολεις.
Συνοψίζοντας τα προβλήματα μιας μεσαίου μεγέθους πόλης, έχουμε
Ανεπάρκεια δικτύων τεχνικής υποδομής – δίκτυο ακαθάρτων, ομβρίων και φυσικού αερίου.
Ελλείψεις σε κοινόχρηστους και κονωφελείς χώρους.
Κυκλοφοριακά προβλήματα.
Ελλείψεις σε «χώρους αναφοράς».
Μη αξιοποίηση χώρων με μεγάλη οικολογική αξία.
Διακοπή του πολεοδομικού ιστού.
Ασυμβίβαστες χρήσεις.
Αυξανόμενη εντατικοποίηση των υπερτοπικών χρήσεων και υπερανάπτυξη του εμπορικού κέντρου.
Έλλειψη θεσμικής προστασίας αξιόλογων κτισμάτων και προβολής όσων έχουν χαρακτηριστεί παραδοσιακά.
Προβλήματα αισθητικής της πόλης.
Είναι πολλές οι πόλεις που προσπαθούν να αναπτύξουν ένα στρατηγικό οραμα, για να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες κοινωνικές, οικονομικές και περιβαλλοντικές προκλήσεις του λυκόφωτος του 20ού αιώνα και του λυκαυγούς του 21ου αιώνα. Η συνεργία μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα είναι γεγονός στη συντριπτική πλειοψηφία αναπτυξιακών προγραμμάτων.
Τα γενικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα των μεσαίου μεγέθους πόλεων είναι γνωστά.
Οι μεσαίου μεγέθους πόλεις είναι συχνότατα πόλεις σε ανθρώπινη κλίμακα, προσφέρουν ένα καλύτερο φυσικό και κοινωνικό περιβαλλον, αλλά στέφονται με λιγοτερα οικονομικά επιτεύγματα και είναι λιγότερο ανταγωνιστικές, κυρίως σε περιφερειακές περιοχές.
Τα πλεονεκτήματά τους τις κάνουν πιο ελκυστικές για πολλές παραγωγικές επενδύσεις, τώρα που πολλές ισχυρές πόλεις αντιμετωπίζουν περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα και οι νέες τεχνολογίες πληροφοριών καταργούν την απόσταση. Μπορούν να ενεργήσουν σα φίλτρα μεταξύ μεγάλων πόλεων και περιφερειών. Μπορούν να είναι οι ανοικτές και ευέλικτες πόλεις του αύριο. Οι ενδιάμεσες πόλεις είναι πόλοι δραστηριότητος, αφενός μεν συμπληρωματικοί, αφετέρου δε με δυνατότητα αυτοτελούς ανάπτυξης.
Τα ιδανικά χαρακτηριστικά, ώστε οι πόλεις να παίξουν αυτόν τον ρολο, είναι: Αποδοτική υποδομή και υπηρεσίες, μικροτερες και πιο ευέλικτες παραγωγικές μονάδες, αξιόμαχοι ανθρώπινοι ποροι, αποκεντρωμένη διοίκηση και άμεσες λειτουργικές συνδέσεις με τις πιο δυναμικές περιοχές της Ευρώπης.
Τί είναι όμως αειφόρος ανάπτυξη;
Η Επιτροπή Brundtland το 1987έδωσε τον ορισμό
Αειφόρος ανάπτυξη είναι αυτή που ικανοποιεί τις ανάγκες του σήμερα χωρίς να υπονομεύσει την δυνατότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιούν τις δικές τους ανάγκες.
Σύμφωνα μα ην Local Agenda 21 της Ε.Ε. η ανθρωπότητα οφείλει:
Να μειώσει τη χρήση μή ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και φυσικών πόρων καθώς και την παραγωγή απορριμμάτων και ρύπανσης.
Να προστατεύσει τα ευαίσθητα οικοσυστήματα.
Να κατανείμει δικαιότερα τον πλούτο μεταξύ Βορρά-Νότου, μεταξύ χωρών, μεταξύ κοινωνικών ομάδων με ιδιαίτερη έμφαση στις ανάγκες και δικαιώματα φτωχών και μειονεκτικών ομάδων.
Η αειφόρος ανάπτυξη δεν θα επιτευχθεί τυχαία, αλλά με συνειδητή δουλειά σε όλα τα επίπεδα από το διεθνές ως το τοπικό.
H Local Agenda 21 είναι το στρατηγικό σχέδιο για την αειφόρο ανάπτυξη του Δήμου που συγκροτείται με την συμμετοχή όλων των κοινωνικών φορέων.
Ο πολίτης:
Όλοι οι πολίτες ακόμα και οι φτωχές και μειονεκτικές ομάδες πρέπει να συμμετέχουν στις διαδικασίες λήψης αποφάσεων για το περιβάλλον και την ανάπτυξη.
Όλες οι κοινωνικές ομάδες πρέπει να ενεργοποιηθούν με κοινό στόχο την αειφορία.
Ενημερώνεται για τα θέματα και τους προτεινόμενους τρόπους αντιμετώπισής τους.
Καταθέτει την άποψή του.
Συζητά με τους άλλους ενδιαφερόμενους και τις τοπικές αρχές.
Συμφωνεί σε λύσεις που συμβιβάζουν τις δικές του επιθυμίες με αυτές των άλλων.
Στηρίζει ή και συμμετέχει ενεργά στην υλοποίηση των λύσεων γιατί τις έχει επιλέξει ο ίδιος.
Η έννοια της αειφόρου ανάπτυξης βασίζεται σε τέσσερις κύριους άξονες:
Προστασία περιβάλλοντος. Πρόβλεψη για το μέλλον. Ποιότητα ζωής. Κοινωνική δικαιοσύνη.
Η αειφόρος ανάπτυξη συνδυάζει την περιβαλλοντική αναβάθμιση, την οικονομική ανάπτυξη και την βελτίωση της κοινωνίας σε επίπεδο συλλογικό.
Τα αποτελέσματα είναι:
Ισχυρή οικονομία, Επιμορφωμένο κοινωνικό σύνολο, Ασφαλές, υγιεινό και ελκυστικό περιβάλλον, Αειφόρα πόλη.
Ο στόχος της αειφόρας ανάπτυξης κατέκτησε όλες τις πόλεις κατά τη δεκαετία του ’90.
Oι μεσαίου μεγέθους πόλεις φαίνεται ότι παίζουν έναν σημαντικό ρόλο, δεδομένου ότι πολλές απ’ αυτές ήδη κινητοποιήθηκαν στα πλαίσια της «Ευρωπαϊκής καμπάνιας για αειφόρες πόλεις,~ που άρχισε με τη Συνδιάσκεψη του Ααλμποργκ και την υπογραφή της Χάρτας για Αειφόρες Πόλεις.
Για να ανιχνεύσει το δυναμικό των μεσαίου μεγέθους πόλεων και τις προοπτικές για αειφόρα αστική και περιφερειακή ανάπτυξη σε ευρωπαϊκή κλίμακα, άρχισε το 1993 ένα ερευνητικό πρόγραμμα με στόχο να εντοπίσει καινοτόμα οράματα και τρόπους υλοποίησής τους.
Οι επιλεγμένες πόλεις καλύπτουν έναν πολύ πλούσιο και ποικιλόμορφο πολιτισμικό ορίζοντα.
Κάθε μελέτη περίπτωσης προσπαθεί να απαντήσει στις παρακάτω ερωτήσεις για καθεμία από τις πόλεις του δικτύου:
Ποια είναι τα ιδιάζοντα χαρακτηριστικά της πόλης.
Ποιο είναι το δυναμικό της πόλης για αειφόρα ανάπτυξη με αναφορά στους περιβαλλοντικούς πόρους της περιοχής.
Ποιες ειναι οι δράσεις προς αυτήν την κατεύθυνση και ποιοι οι εταίροι.
Ποιες δράσεις και πολιτικές πρέπει να ληφθούν, για να ενισχύσουν αυτό το δυναμικό, ποιες είναι οι προϋποθέσεις και τα εμποδια που πρέπει να υπερπηδηθούν, ποιοι οι εταίροι.
Πώς βλέπει κάθε πόλη το ρόλο της στην Ευρωπαϊκή Ενωση και ποιες είναι οι συζεύξεις με τους κοινωνικούς εταίρους, την Τοπική Αυτοδιοίκηση και άλλους ενδιαφερομένους, ώστε να ενισχυθεί αυτός o ρόλος.
Ποια νέα μοντέλα ανάπτυξης μπορούν να προταθούν που να συνδυάζουν τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης με την περιβαλλοντική προστασία και μέριμνα.
Σε μία από τις συνδιασκέψεις που οργάνωσε το Ιδρυμα, μία ομάδα εργασίας πρότεινε τη μετάβαση από την αρχή «Ο ρυπαίνων πληρώνει τη ρύπανοη” στην αρχή «Εκείνος ο οποίος ενδέχεται να ρυπάνει, πληρώνει την πρόληψη της ρύπανσης”.
Οι ενδιάμεσες πόλεις φαίνεται να είναι σε προνομιακή θέση σε ό,τι αφορά την ποιότητα και τη διαχείριση των φυσικών τους πόρων.
Πολλές από τις μελέτες περίπτωσης καθορίζουν σαν δύναμη της πόλης και της περιοχής την ποιότητα του φυσικού περιβόλλοντος. Στη Γαλλία πολλές επιβραβεύσεις πόλεων, όπου «αξίζει να ζει κανείς”, φέρουν στην πρώτη θέση μεσαίου μεγέθους π8λεις.
Πολλές ευρωπαϊκές πόλεις είναι σε αναζήτηση προτύπων οικολογικού σχεδιασμού.
Οι ενδιάμεσες πόλεις της κεντρικής μητροπολιτικής περιοχής στη Μ. Βρετανία έζησαν ταυτόχρονα τη βιομηχανική παρακμή και την περιβαλλοντική υποβάθμιση. Η πόλη Kirklees υπήρξε πρωτοπόρα στη σύνταξη έκθεσης για την ποιότητα του περιβάλλοντος, το 1989. Η τοπική συνειδητοποίηση σε θέματα περιβαλλοντικής προστασίας οδήγησε τους «Φίλους της Γης” να εφαρμόσουν εκεί την Περιβαλλοντική Χάρτα για την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Η Χάρτα καταλήγει σε 193 κατευθύνσεις για δράση. Ενας πλήρης περιβαλλοντικός έλεγχος της πόλης και της δράσης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, παράλληλα με την εκπόνηση Τοπικού Σχεδίου 21 αποτελούν πλέον πρότυπα μεθοδολογίας στο δρόμο προς την αειφορία.
Στη Μεγάλη Βρετανία, το Λέστερ ήταν η πρώτη πόλη που κέρδισε τον τίτλο της «περιβαλλοντικής πόλης” και προσπαθεί να γίνει διεθνές πρότυπο. H Τοπική Αυτοδιοίκηση, ο ιδιωτικός και ο εθελοντικός τομέας και οι πολίτες ένωσαν τις δυνάμεις τους, για να εφαρμόσουν μια φιλόδοξη περιβαλλοντική πολιτική βασισμένη στη δημόσια συμμετοχή. Δημιουργήθηκε η Environ, μια μη-κερδοσκοπική εταιρεία, για να εξασφαλίσει την πρόσβαση όλων των ενδιαφερομένων στην υγιή περιβαλλοντική πληροφόρηση. Η όλη προσπάθεια συγκλίνει στη δημιουρyία μιας κίνησης για πολιτισμική κοινωνική αλλαγή.
Σε όλη την Ευρώπη, τα απόβλητα αρχίζουν να θεωρούνται πολύτιμοι πόροι και πολλές πόλεις επενδύουν στην καινοτόμο διαχείρισή τους. Πρόληψη, μείωση, επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση διευρύνουν τον κύκλο ζωής των περισσότερων υλικών. Το πρόγραμμα φιλικά πλαστικά” έχει στόχο τη δημιουργία δομικών υλικών από ανακυκλωμένο πλαστικό. Η σχετική καμπάνια άρχισε το 1987 με στόχο την αφύπνιση των πολιτών και την εξασφόλιση της συμμετοχής τους. Η ανακύκλωση ετερογενών πλαστικών προχώρησε με γοργούς ρυθμούς.
Οπως και στις μεyαλύτερες πόλεις, τα περιβαλλοντικά προβλήματα στις ενδιάμεσες πόλεις δεν οφείλονται κυρίως στην παραγωγή: οφείλονται στην κατανάλωση και κυρίως στις μεταφορές.
Οι αστικές μεταφορές συμβάλλουν σημαντικά στην όξινη βροχή και το φαινόμενο θερμοκηπίου. Οι περισσότερες ενδιάμεσες πόλεις αναγνωρίζουν την αξία των πεζοδρόμων για την τοπική ποιότητα ζωής και προσφέρουν εμπειρίες στην προώθηση του ποδηλάτου και των δημόσιων συγκοινωνιών αντί του ιδιωτικού αυτοκινήτου.
Η Περούτζια, η Νιμ και το Μονπελιέ έχουν μεγάλη εμπειρία στην απαγόρευση του ΙΧ στο αστικό κέντρο. Πολλές πόλεις στη Δανία και στην Ολλανδία δίνουν ύψιστη προτεραιότητα στους πεζούς. Παρ’ όλα αυτά, αν και στο Ντεσάου (όπως και σε άλλες πόλεις της πρώην Ανατολικrjς Γερμανίας), σχεδόν οι μισές αστικές διαδρομές εγίνοντο μέχρι το 1989 με ποδήλατο, μόνο 22% όλων των σύντομων διαδρομών και το 31 % των συνολικών διαδρομών γίνονται πια με αυτόν τον τρόπο.
Το ενδιαφέρον των πόλεων έχει τελευταία μετατοπιστεί σημαντικά από την κινητικότητα στην προσβασιμότητα και η διαφορά είναι σημαντική.
Προσβασιμότητα εfναι χαρακτηριστικό θέσης και όχι ατόμου και σημαίνει, όχι απλά την παροχή της δυνατότητας στους ανθρώπους να πάνε όπου θέλουν, αλλά να κάνουν ό,τι θέλουν, και σ’ αυτή τη διαδικασία, οι νέες τεχνολογίες παίζουν έναν ολοένα αυξανόμενο ρόλο.
Η προσβασιμη πόλη δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί.
Πολλά καινοτόμα συστήματα διαχείρισης αστικών μεταφορών προέρχονται επίσης από ενδιάμεσες πόλεις. Στην Περούτζια, η υπηρεσία του τηλελεωφορείου, εισάχθηκε το 1985, σαν συνέχεια του λεωφορείου – ταξί.
Το τηλελεωφορείο εξυπηρετεί συγκεκριμένες διαδρομές στην περιφέρεια της πόλης, μπορεί όμως να ακολουθήσει και όλλα δρομολόγια, ανόλογα με τη ζήτηση. Οι χρήστες μπορούν να ζητήσουν κάποιες πρόσθετες διαδρομές με κάποια μαγνητική κάρτα συνδεδεμένη με κάποιο τηλεκέντρο. Το σύστημα αποδείχθηκε πολύ αποτελεσματικό, κυρίως σε περιοχές με χαμηλή πληθυσμιακή πυκνότητα. Προσέφερε μεγάλη ευελιξία στην οργάνωση των μαζικώνμεταφορών και προσαρμογή της προσφοράς στη ζήτηση. Ενα τέτοιο σύστημα προσφέρει επίσης νέες δυνατότητες σε άτομα με μειωμένη κινητικότητα.
Το ερευνητικό πρόγραμμα “Πόλη χωρίς αυτοκίνητο” της Ευρωπαϊκής Επιτροπής πρότεινε τη σύλληψη μιας θεωρητικής ευρωπαϊκής πόλης, βασισμένης στην πεζοπορία.
Η έρευνα καταλήγει ότι μια τέτοια υποδειγματική πόλη απαρτίζεται από πολλές μικρές μονάδες, αστικές συνοικίες, προσβάσιμες με τα πόδια από τη μια άκρη στην άλλη. Οι αστικές συνοικίες διαχωρίζονται από πράσινους χώρους και ενώνονται με δημόσια μέσα μεταφοράς υψηλής ταχύτητας. Μια “πόλη χωρίς αυτοκίνητο” αποδεικνύεται ότι είναι όχι μόνον οικολογικά αποτελεσματική, αλλά επίσης οικονομικά αποδοτική, καθώς φαίνεται ότι στοιχίζει, ανάλογα με την πληθυσμιακή της πυκνότητα, δύο έως πέντες φορές λιγότερο.
Μετά την έρευνα, μια συνδιάσκεψη οργανώθηκε στο Αμστερνταμ υπό τον τίτλο: “Πόλη χωρίς αυτοκίνητο;,” (με ερωτηματικό).
Πολλές πόλεις παρουσίασαν εκεί τις πολιτικές τους δημόσιων μεταφορών και δημιούργησαν το Κλαμπ των Πόλεων χωρίς Αυτοκίνητο.
Συμμετοχή στο Κλαμπ σημαίνει σοβαρή δέσμευση για τον περιορισμο των ΙΧ και την προώθηση των δημόσιων μεταφορών. Πολλές ενδιάμεσες πόλεις υπήρξαν από τις πρώτες που συμμετείχαν στο Κλαμπ: ο Βόλος, η Λάρισα, η Sabadell, το San Sebastian, το Oviedo, η Odense, το Τολέδο. Ενα χρόνο μετά τη συγκρότησή του (Καλοκαίρι 1995), το Κλαμπ περιλαμβάνει ήδη 55 πόλεις).
Πέρα από περιβαλλοντική ποιότητα, η κοινωνική δικαιοσύνη είναι ένα σημαντικό κριτήριο για την αξιολόγηση μιας πόλης σαν κοινωνικό σύστημα.
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν πολλές ανταγωνιστικές θεωρίες για την κοινωνική δικαιοσύνη και είναι ενδιαφέρον να εξετάσει κανείς πώς μια αστική κοινωνία παράγει εννοιολογικές διαφορές.
Ερευνητές επισημαίνουν ότι πολλές θεωρήσεις μπορεί εσφαλμένες, εφόσον “δεν είναι τίποτε πιο άνισο από την ίση μεταχείριση των άνισων”.
Ακόμη και στις ενδιάμεσες πόλεις υπάρχουν μεγαλύτερες και μικρότερες αστικές νησίδες, όπου η περιβαλλοντική υποβάθμιση και η κοινωνική παρακμή συναντώνται.
Πρόκειται για χώρους λειτουργικής υποβάθμισης, κυρίως στην περιφέρεια των πόλεων. Είναι απλά σύμπτωση αν τα κοινωνικά χαρακτηριστικά αυτών των ζωνών είναι: φτώχεια, εγκληματικότητα, υψηλή ανεργία, χαμηλή κινητικότητα, ελλιπής πρόσβαση στην πληροφορηση, εκπαίδευση και επιμόρφωση;
Οπως σε όλες τις Ευρωπαϊκές πόλεις, το σοβαρότερο πρόβλημα των ενδιάμεσων πόλεων είναι η ανεργία.
Ισως να μην έχει λάβει ακόμη τη σοβαροτητα του προβλήματος στις μεγάλες πόλεις, η ποιότητα όμως της αστικής ζωής απειλείται από διάφορους τύπους φτώχειας.
Η πρόσφατη έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για “Τοπική Ανάπτυξη και πρωτοβουλίες απασχόλησης” εντόπισε 17 τομείς με δυνατότητα δημιουργίας απασχόλησης.
Μπορεί να είναι ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για τις πόλεις δημιουργίας απασχόλησης. Η προετοιμασία τοπικών σχεδίων 21 μπορεί να είναι πηγή θέσεων απασχόλησης. Στο Η. Βασίλειο, οι μισές από τις 540 τοπικές αυτοδιοικήσεις έχουν αρχίσει να ετοιμάζουν τοπικά σχέδια 21, και 30 από αυτές έχουν προσλάβει νέο προσωπικό γι’ αυτό τον σκοπό.
Η ανάπτυξη νέων οικονομικών δραστηριοτήτων, φιλικών προς το περιβάλλον αποτελεί κύριο στόχο, ιδίως σε πόλεις με παρακμόζουσα βιομηχανία.
Ο τουρισμός αναφέρεται συχνά σαν προτεραιότητα, αλλά με κάποιο σκεπτικισμό, λόγω των εξαρτήσεων που δημιουργεί και των μονο-οικονομικών προτύπων που καλλιεργεί.
Ο πολιτισμικός και ο συνεδριακός τουρισμός θεωρούνται η καταλληλότερη μορφή ποιοτικού τουρισμού.
Η καλής ποιότητας κατοικία είναι ένας σημαντικός παράγοντας κοινωνικής ένταξης στις πόλεις, ίσως o δεύτερος κατά σειρά μετά τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης.
Ακόμη και στις μεσαίου μεγέθους πόλεις, η μαζική κατοικία δημιούργησε κοινωνικές εντάσεις στις παρυφές των πόλεων. Αυτός ο τύπος κατοικίας υπήρξε συχνά πατερναλιστικός, απόμακρος, πανομοιότυπος, συλλογικά ανώνυμος και απέτυχε. Αρχίζει τώρα να εξατομικεύεται, να ανταποκρίνεται στις τοπικές και στις προσωπικές ανάγκες, να αποκτά χαρακτήρα.
Η εγκληματικότητα κτυπά ακόμη και ευημερούσες πόλεις μεσαίου μεγέθους και με την πιο μοντέρνα της έκφραση, την επιγραφή σε τοίχους κλπ., με γκράφιτι. Οι επιθέσεις στη δημόσια ιδιοκτησία έχουν πάρει μεγάλη έκταση και δεν έχουν ασφαλώς τίποτε το κοινό με καλλιτεχνική δημιουργία (αν και το γκράφιτι χρησιμοποιήθηκε συχνά για κοινωνική διαμαρτυρία, με κυριότερη έκφραση στο τείχος του Βερολίνου).
Η Τοπική Αυτοδιοίκηση έχει να διαδραματίσει έναν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο: να εξασφαλίσει την αειφόρο ανάπτυξη μέσα από την ενεργοποίηση των κανονιστικών τους λειτουργιών (σαν αρμόδιες αρχές) για την εφαρμογή πολλών από τις υπάρχουσες οδηγίες και κανονισμούς.
Ο στόχος της Κοινοτικής πολιτικής πρέπει να είναι η ενθάρρυνση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης να αντιμετωπίσει την πρόκληση που αποτελούν τα περιβαλλοντικά προβλήματα πολλών πόλεων σήμερα και η αρωγή στην ανεύρεση του βέλτιστου τρόπου αντιμετώπισης. (5ο Πρόγραμμα δράσης για το Περιβάλλον «Προς την Αειφορία»)
Ας αναφέρουμε δράσεις που μπορεί να αναπτυχθούν
Άγρια ζωή – πάρκα – ανοιχτοί χώροι, Διαχείριση απορριμμάτων και xρήση πηγών, Εγκληματικότητα και ασφάλεια, Εκπαίδευση – Κοινωνική μέριμνα, Ενέργεια, Ευκαιρίες για νέους, Καταπολέμηση φτώχειας, Μεταφορές, Οικονομική ανάπτυξη, Ποιότητα ζωής, Ρύπανση, Τέχνη, Μόρφωση και Αναψυχή, Υγεία, Χρήσεις γης, χωροταξικός σχεδιασμός και οικοδομικός κανονισμός.
είναι ανοιχτά πεδία δραστηριοποίησης.
Παράλληλα απαραίτητη είναι και η χρήση των μέσων επικοινωνίας: Εφημερίδες πρωτοσέλιδα, Ραδιόφωνο, Σεμινάρια, Συνέδρια, Εκθεσιακό υλικό.
Η αειφόρα πόλη δεν επιτυγχάνεταιο παρά με συνολική, συντονισμένη και επίπονη προσπάθεια.
Χρειάζεται
Απόφαση για καθορισμό και εφαρμογή περιβαλλοντικής πολιτικής.
Partnership – Επικοινωνιακή πολιτική, Αποδεικτική πρακτική, Δημοσιότητα
Ανάλυση των προβλημάτων.
Αξιολόγηση – Πρόγραμμα / Σκέψη στρατηγική και ολιστική
Ομάδα experts- Συντονιστής / Συντονιστικό όργανο
Προσδιορισμός και λειτουργία των ομάδων που αφορά το πρόγραμμα / ολιστικό πρόγραμμα / ολιστική Δμοκρατία με λόγο σε όλους και ενημέρωση (αναδραστική σχλεση)
Καθορισμός συστήματος διαχείρισης – εγκατάσταση – εφαρμογή – Περιβαλλοντική εκπαίδευση
Έλεγχος.
Δημοσιότητα.
Πιστοποίηση συμφωνίας με το σύστημα.
Διαφήμιση των αποτελεσμάτων
Η αστική αειφορία προϋποθέτει μια αστική δομή που οδηγεί στην δραστική μείωση της εξελίξεως του φαινομένου θερμοκηπίου, στην ελαχιστοποίηση της εξαντλήσεως των μη ανανεώσιμων πόρων, διατήρηση της βιοποικιλίας, χρήση των τοπικών υλικών και εντόπιων ανθρώπινων πόρων και μείωση της μεταφοράς αγαθών και της ανεργίας.
Η πολεοδομία της εποχής της αειφορίας έχει να προαγάγει τέτοιες μορφές και λειτουργίες. Είναι αυτό ευκολότερο για μια ενδιάμεση πόλη;
Ο διάλογος που άρχισε με την Τοπική Ατζέντα 21 και την αειφορία, έφερε πόλι στο προσκήνιο τα συνεπτυγμένα κτίρια και την συνεπτυγμένη πόλη. Η έννοια δεν είναι καινούργια. Οι πόλεις δεν μπορούν να επεκτείνονται επ’ αόριστον, σλλά πρέπει να επικεντρώσουν την προσοχή τους στη σύσφιξη και ανανέωση του αστικού ιστού.
Η συνεπτυγμένη πόλη, σε αντίθεση με τους αποκεντρωμένους δορυφορικούς πυρήνες, προσφέρει συντομότερες αποστάσεις μεταξύ κατοικίας και εργασίας ή αναιμυχής.
Ο επιστημονικός διάλογος γύρω από αυτά τα θέματα είναι πολύ ζωντανός.
Ο Breheny ισχυρίζεται ότι η συμπαyής πόλη δεν είναι αναγκαστικά αποτελεσματική από ενεργειακή σκοπιά και δεν ανταποκρίνεται στις επιθυμίες για τρόπο ζωής.
Η Owens προτείνει ότι η πλέον αειφόρα αστική μορφή σε περιφερειακή κλίμακα θα έπρεπε να περιλαμβάνει πολλούς μικρούς οικισμούς, μερικούς απ’ αυτούς ενωμένους σε σχηματισμούς με περισσότερους από 200.000 κατοίκους. Θα έπρεπε να αποτελείται από συνεπτυγμένους οικισμούς, σε γραμμική ή ορθογώνια διάταξη, όπου οι πολίτες θα έπρεπε να ζουν και να εργάζονται.
Ο Ηαll θεωρεί ότι τα δύο ισχυρά και αλληλένδετα εργαλεία για αειφορία είναι η πολεοδομία και οι μεταφορές. Η ελαχιστοποίηση των μεταφορικών ροών και η ανάμειξη των χρήσεων γης έχει μια βασική προϋπόθεση και συνέπεια: ότι καθένας μπορεί να βρει εργασία κοντά στον τόπο διαμονής του. Πολλά μοντέλα ανθρώπινων οικισμών απέτυχαν, επειδή δεν επετεύχθη αυτή η προϋπόθεση.
Η τέχνη της πολεοδομίας ανακαλύπτεται και παλι από μεσαίου μεγέθους πόλεις, πολύ κοντύτερα στην κλασική έωοια της Πόλης και της Αγοράς απ’ ό,τι οι ανώνυμες Μητροπόλεις.
Οι μεσαίου μεγέθους πόλεις βρίσκονται σε καλύτερη θέση, για να εφαρμόσουν αστικά σχήματα σαν τα αστικά χωριά.
Η ζωνοποίηση οδήγησε σε έναν οργανικό λαβύρινθο που «έσπασε» τις παραδοσιακές δομές και την κεντρικότητα.
Οι πόλεις θα έπρεπε να αναπτύσσονται με πολλαπλασιασμό των αστικών μονάδων και όχι υπερμεγέθυνση του αρχικού αστικού πυρήνα και να αποτελούν σύνολα αστικών χωριών βέλτιστων διαστάσεων.
Αστικές λειτουργίες και υπηρεσίες αναγκαίες για την καθημερινή ποιότητα ζωής θα έπρεπε να βρίσκονται σε κάθε αστική συνοικία, όπου κάθε κάτοικος θα έπρεπε να έχει τη δυνατότητα να εργάζεται.
Μια μη συμμετοχική τοπική κοινωνία είναι εγγενώς μη αειφόρα και η συμμετοχή των πολιτών είναι κοινός παρονομαστής προγραμμάτων που εγκαινιάζουν τη νέα εποχή.
Οι προσπάθειες για τη δημιουργία πόλεων φιλικών προς το περιβάλλον και φιλικών προς τους πολίτες πολλαπλασιάζονται.
Δεν παίρνονται όμως σημαντικές αποφάσεις για το μέλλον των πόλεων χωρίς κάποια μορφή αστικής συναίνεσης. Ο δρόμος προς την πόλη των πολιτών γίνεται όλο και πιο βατός.
Οι δημόσιοι χώροι αντιστοιχούν στους ιερούς χώρους της κλασικής αγοράς που είναι εξ ορισμού, ανοιχτοί σε όλους. Οι ανοιχτοί χώροι, κυρίως σε πόλεις με άριστα κλιματικά δεδομένα παίζουν έναν σημαντικό ρόλο σαν συνδετικός ιστός στις πόλεις.
Σε μνημειακές πόλεις, οι χώροι πολιτισμικής κληρονομιάς αποτελούν ένα τεράστιο κεφαλαιο και όταν συνδυάζονται με σύγχρονη πολιτιστική δημιουργία υπάρχει προστιθέμενη αξία για την πόλη και τους κατοίκους.
H τέχνη στην πόλη μπορεί σαφώς να αναβαθμίσει την ποιότητα ζωής
Σε έναν μετεξελισσόμενο Ευρωπαϊκό και διεθνή χώρο οι ενδιάμεσες πόλεις μοιάζουν με φρούρια αστικών αξιών που έχουν χαθεί σε μεγάλες πόλεις. Μπορούν να βοηθήσουν σημαντικά τη δημιουργία οραμάτων σε ευρωπαϊκή ή πλανητική κλίμακα.
Υπάρχουν πολλές προοπτικές, ακόμη και όταν υπάρχουν συγκρούσεις και αντικρουόμενα συμφέροντα.
Η τέχνη της δημιουργίας της αειφόρας πόλης περικλείει την τέχνη μετατροπής των διαμαρτυρόμενων πολιτών σε συνεργαζόμενους πολίτες και συνεργάτες.
Ο δρόμος λοιπόν για την αειφόρα πόλη δεν είναι ουτοπία. Είναι αναγκαιότητα.
Θα ήθελα τέλος να μνημονεύσω τις εργασίες της κ. ΒΟΥΛΑΣ ΜΕΓΑ, Δ/ντριας Ερευνών του Ευρωπαϊκού Ιδρύματος για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας, όπως και τα πρακτικά του συνεδρίου για την αειφόρα ανάπτυξη (1998).
Εισήγηση του γράφοντος στο συνέδριο με αντικείμενο τον τίτλο της ανάρτησης
Ημερομηνία δημιουργίας aeiforia.txt : 10/12/1998